Ο σχολικός εκφοβισμός (αγγλικά : school bullying) είναι ένα φαινόμενο νεανικής παραβατικότητας, που εμφανίζεται σε πολλές χώρες του κόσμου. Ο σχολικός εκφοβισμός αναφέρεται στη χρήση βίας μεταξύ μαθητών ή συνομηλίκων παιδιών με στόχο να προκληθεί πόνος ή αναστάτωση. Εμφανίζεται με τη μορφή του λεκτικού εκφοβισμού (κοροϊδία, διακρίσεις, ντροπιαστικά σχόλια), του κοινωνικού εκφοβισμού (διάδοση φημών, καταστροφή προσωπικών αντικειμένων, απομόνωση από την ομάδα), του σωματικού εκφοβισμού (χτυπήματα, σπρωξίματα, κλωτσιές), του ηλεκτρονικού εκφοβισμού (εκβιασμός μέσω Διαδικτύου και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μέσω μηνυμάτων στο κινητό τηλέφωνο).
Ακολουθεί μια ιστορία bulling
«Ο κύριος τίποτα». Η φράση θα μπορούσε να είναι τίτλος παραμυθιού. Δυστυχώς, όμως, αντ’ αυτού είναι ο εφιάλτης ενός 13χρονου αγοριού που βιώνει το «bullying» μέσα στην ίδια του την οικογένεια.
Το παιδί ομολόγησε το δράμα που ζει πίσω από την κλειστή πόρτα του παιδικού δωματίου στους αξιωματικούς της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος: «Δεν αντέχω άλλο. Οι γονείς μου με πιέζουν απίστευτα για τις επιδόσεις μου στο σχολείο. ‘Είσαι ο κύριος τίποτα με αυτούς τους βαθμούς. Θα μεγαλώσεις και θα γίνεις ένα τίποτα αν συνεχίσεις έτσι. Δεν βλέπεις τον μεγαλύτερο αδερφό σου που γράφει σε όλα τα μαθήματα 19;’, μου λένε συνέχεια. Θέλω να φύγω από το σπίτι. Να τελειώνει αυτό το μαρτύριο».
Ο 13χρονος –μαθητής με βαθμολογίες γύρω στο 13- προτίμησε λίγο πριν εξαφανιστεί να καλέσει στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος που έχει εξαπολύσει το τελευταίο διάστημα εκστρατεία ενημέρωσης σε σχολεία για θέματα που ταλανίζουν τους μαθητές.
Η κίνησή του αποδείχθηκε σωτήρια, καθώς οι αρμόδιοι αστυνομικοί κατάφεραν να δώσουν μία –έστω προσωρινή- λύση στο πρόβλημα μιλώντας με τους γονείς. Εντύπωση προκάλεσε ότι το «bullying» σε βάρος του 13χρονου άρχισε να ασκείται και από τον ίδιο του τον 15χρονο αδερφό, ο οποίος μιμούμενος τους γονείς άρχισε να εξαπολύει τους ίδιους χαρακτηρισμούς («κύριος τίποτα») εναντίον του.
Ανώτατος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. εξηγεί ότι αυτή είναι μία από τις καλές περιπτώσεις. Και αυτό γιατί τα παιδιά που μιλούν αποφεύγουν τα χειρότερα, σε αντίθεση με τους αμίλητους -πνιγμένους από το άγχος και την πίεση- ανήλικους που μπορεί να φτάσουν «αθόρυβα» ακόμα και στην αυτοκτονία. Για αυτό δεν πρέπει ποτέ να πιέζουμε τα παιδιά μας.